Interruption en grec

Traduction: interruption, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αντεπίθεση, ανακοπή, εναιώρημα, διάλειμμα, διάλλειμα, διακόπτω, αναστολή, χάσμα, παύση, διακοπή, σηκός, χασμωδία, σταματώ, κενό, σπάζω, ανάρτηση, διακοπής, τη διακοπή, η διακοπή, διακοπή της
Interruption en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): interruption

arduino interruption, hoodie allen, img, interruption antonymes, interruption arduino, interruption dictionnaire de langue grec, interruption en grec

Traductions

  • interrupteur en grec - αλλάζω, αλλαγή, διακόπτης, διακόπτη, διακ πτη, του διακόπτη, μετάβαση
  • interrègne en grec - μεσοβασιλεία, διάλειμμα, μεσοδιάστημα, μεσοβασιλείας, μεσοδιαστήματος
  • intersection en grec - διάβαση, διατομή, σταυροδρόμι, διασταύρωση, τομής, τομή
Mots aléatoires
Interruption en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αντεπίθεση, ανακοπή, εναιώρημα, διάλειμμα, διάλλειμα, διακόπτω, αναστολή, χάσμα, παύση, διακοπή, σηκός, χασμωδία, σταματώ, κενό, σπάζω, ανάρτηση, διακοπής, τη διακοπή, η διακοπή, διακοπή της