Inutile en grec
Traduction: inutile, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
περιττός, αδρανής, υπεράριθμος, εγωκεντρικός, ματαιόδοξος, τεμπέλης, άσκοπος, ανεπιθύμητος, άνεργος, αργόσχολος, μάταιος, ξιπασμένος, πλεονάζων, ανωφελής, περιττή, περιττές, περιττό, περιττά
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): inutile
info inutile, inutil, inutile allemand, inutile antonymes, inutile citation, inutile dictionnaire de langue grec, inutile en grec
Traductions
- intérêt en grec - προτέρημα, χρησιμεύω, ρουσφέτι, απολαβή, υπηρεσία, επωφελούμαι, όφελος, ...
- intérêts en grec - επιτόκιο, τόκος, ενδιαφέρον, συμφέροντα, συμφερόντων, τα συμφέροντα, συμφέρον, ...
- inutilement en grec - ανώφελα, μάταια, άσκοπα, ασκόπως, άχρηστη
- inutilisable en grec - ανωφελής, άχρηστα, άχρηστο, ακατάλληλο προς χρήση, άχρηστη, μη χρησιμοποιήσιμα
Mots aléatoires
Inutile en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: περιττός, αδρανής, υπεράριθμος, εγωκεντρικός, ματαιόδοξος, τεμπέλης, άσκοπος, ανεπιθύμητος, άνεργος, αργόσχολος, μάταιος, ξιπασμένος, πλεονάζων, ανωφελής, περιττή, περιττές, περιττό, περιττά
Traductions: περιττός, αδρανής, υπεράριθμος, εγωκεντρικός, ματαιόδοξος, τεμπέλης, άσκοπος, ανεπιθύμητος, άνεργος, αργόσχολος, μάταιος, ξιπασμένος, πλεονάζων, ανωφελής, περιττή, περιττές, περιττό, περιττά