Laver en grec

Traduction: laver, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
εκκαθαρίζω, κοκκινίζω, καθαρίζω, λούζομαι, πλύνω, καθαρός, ξεπλένω, πλένω, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος
Laver en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): laver

bosch, brandt, hotpoint ariston, indesit, lave vaisselle, laver dictionnaire de langue grec, laver en grec

Traductions

  • lave-mains en grec - νιπτήρας, νιπτήρα, νεροχύτης, νι
  • lave-vaisselle en grec - πλυντήριο πιάτων, πιάτων, πλυντηρίου πιάτων, πλυντήριο, πλυντήρια πιάτων
  • laverie en grec - πλυντήριο αυτοεξυπηρέτησης, πλυντήριο, αυτοματικό πλυντήριο, laundromat, πλυντήριο με
  • lavette en grec - καρπαζώνω, καρπαζιά, σφουγγαρίζω, σφουγγαρίστρα, πιατόπανο, Dishcloth, πανάκι, ...
Mots aléatoires
Laver en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: εκκαθαρίζω, κοκκινίζω, καθαρίζω, λούζομαι, πλύνω, καθαρός, ξεπλένω, πλένω, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος