Méprisant en grec
Traduction: méprisant, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
χλευαστικός, περιφρονητικός, περιφρονητική, περιφρονητικά, περιφρονητικό, περιφρονητικοί
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): méprisant
méprisant anglais, méprisant antonyme, méprisant antonymes, méprisant définition, méprisant définition larousse, méprisant dictionnaire de langue grec, méprisant en grec
Traductions
- mépris en grec - προσβάλλω, ασέβεια, μικρός, καταφρόνια, περιφρονώ, θίγω, περιφρόνηση, ...
- méprisable en grec - αξιοκαταφρόνητος, περιφρονητέος, ποταπός, ποταπή, κατάπτυστο, κατάπτυστη
- méprise en grec - φτιάξιμο, ολίσθημα, γλίστρημα, παρεξήγηση, παραζάλη, κυκεώνας, παραδρομή, ...
- mépriser en grec - καταφρόνια, μικρός, περιφρονώ, ελαφρύς, περιφρόνηση, απορρίπτω, προσβάλλω, ...
Mots aléatoires
Méprisant en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: χλευαστικός, περιφρονητικός, περιφρονητική, περιφρονητικά, περιφρονητικό, περιφρονητικοί
Traductions: χλευαστικός, περιφρονητικός, περιφρονητική, περιφρονητικά, περιφρονητικό, περιφρονητικοί