Manient en grec
Traduction: manient, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
χειρίζομαι, χερούλι, μεταχειρίζομαι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
Autres langues
Mots associés / Définition (def): manient
elles manient, ils manient, manient antonymes, manient grammaire, manient mots croisés, manient dictionnaire de langue grec, manient en grec
Traductions
- manie en grec - μανιβέλα, τρέλα, μανία, μανίας, της μανίας, mania, τη μανία
- maniement en grec - μεταχείριση, χειρισμό, χειρισμού, χειρισμός, το χειρισμό, διαχείριση
- manier en grec - αντεπεξέρχομαι, διεξάγω, εξουσιάζω, χειρίζομαι, λικνίζομαι, καταφέρνω, φέρσιμο, ...
- maniez en grec - χερούλι, χειρίζομαι, μεταχειρίζομαι, ασκήσει, ασκούν, χειριστεί, ασκεί
Mots aléatoires
Manient en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: χειρίζομαι, χερούλι, μεταχειρίζομαι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
Traductions: χειρίζομαι, χερούλι, μεταχειρίζομαι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται