Marchand en grec
Traduction: marchand, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
τεχνίτης, μαγαζάτορας, έμπορας, διαφήμιση, παντοπώλης, έμπορος, μπακάλης, εμπορικός, αγοραστής, εμπόρου, έμπορο, εμπορικών, εμπορικό
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): marchand
corinne marchand, guy marchand, karine le marchand, karine lemarchand, karine marchand, marchand dictionnaire de langue grec, marchand en grec
Traductions
- marcha en grec - περπάτησε, περπατήσαμε, περπάτησαν, περπάτησα, περπατήσει
- marchai en grec - περπάτησε, περπατήσαμε, περπάτησαν, περπάτησα, περπατήσει
- marchandage en grec - παζάρι, διαπληκτίζομαι, παζαρεύω, διαπραγματευτική, διαπραγματεύσεις, διαπραγμάτευσης, διαπραγματεύσεων, ...
- marchander en grec - παζαρεύω, κυκλοφορία, αγορά, δοσοληψία, μοιράζω, παζαρεύουν, μικρολογία, ...
Mots aléatoires
Marchand en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: τεχνίτης, μαγαζάτορας, έμπορας, διαφήμιση, παντοπώλης, έμπορος, μπακάλης, εμπορικός, αγοραστής, εμπόρου, έμπορο, εμπορικών, εμπορικό
Traductions: τεχνίτης, μαγαζάτορας, έμπορας, διαφήμιση, παντοπώλης, έμπορος, μπακάλης, εμπορικός, αγοραστής, εμπόρου, έμπορο, εμπορικών, εμπορικό