Mer en grec
Traduction: mer, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
θάλασσα, πέλαγος, στη θάλασσα, θάλασσας, θαλάσσια, θαλάσσιες
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): mer
argeles sur mer, boulogne sur mer, cagnes sur mer, camping, courseulles sur mer, mer dictionnaire de langue grec, mer en grec
Traductions
- menée en grec - διεξάγεται, διεξάγονται, πραγματοποιούνται, διεξήχθη, διεξαχθεί
- menées en grec - διεξάγεται, διεξάγονται, πραγματοποιούνται, διεξήχθη, διεξαχθεί
- mercanti en grec - αισχροκερδώ, κερδοσκοπώ, αισχροκερδής, profiteer, κερδοσκόπο
- mercantile en grec - δουλειές, υπόθεση, έμπορας, διαφήμιση, επιχείρηση, δουλειά, εμπορικός, ...
Mots aléatoires
Mer en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: θάλασσα, πέλαγος, στη θάλασσα, θάλασσας, θαλάσσια, θαλάσσιες
Traductions: θάλασσα, πέλαγος, στη θάλασσα, θάλασσας, θαλάσσια, θαλάσσιες