Obscur en grec
Traduction: obscur, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
καίριος, διφορούμενος, καταθλιπτικός, κρύβω, ιλυώδης, σκοτεινός, τύμβος, ασαφής, μελαχρινός, λασπωμένος, δυσνόητος, θολός, τάφος, ακαθόριστος, σκούρος, ύποπτος, σκοτεινές, σκοτεινή
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): obscur
clair et obscur, clair obscur, clair obscur définition, clair obscur photo, cote obscur, obscur dictionnaire de langue grec, obscur en grec
Traductions
- obnubiler en grec - δυσνόητος, σκοτεινός, σκοτεινές, σκοτεινή, ασαφής
- obole en grec - οβολός, άκαρι, ακάρεων, ακάρεως, των ακάρεων
- obscurantisme en grec - σκοταδισμός, σκοταδισμό, σκοταδισμού, του σκοταδισμού, το σκοταδισμό
- obscurantiste en grec - σκοταδιστής, σκοταδιστικές, σκοταδιστική, σκοταδιστικό, σκοταδιστικών
Mots aléatoires
Obscur en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: καίριος, διφορούμενος, καταθλιπτικός, κρύβω, ιλυώδης, σκοτεινός, τύμβος, ασαφής, μελαχρινός, λασπωμένος, δυσνόητος, θολός, τάφος, ακαθόριστος, σκούρος, ύποπτος, σκοτεινές, σκοτεινή
Traductions: καίριος, διφορούμενος, καταθλιπτικός, κρύβω, ιλυώδης, σκοτεινός, τύμβος, ασαφής, μελαχρινός, λασπωμένος, δυσνόητος, θολός, τάφος, ακαθόριστος, σκούρος, ύποπτος, σκοτεινές, σκοτεινή