Paresseux en grec
Traduction: paresseux, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
άνεργος, δυσκίνητος, αργόσχολος, νωχελής, τεμπέλης, ράθυμος, γυμνοσάλιαγκας, σφαίρα, νωθρός, άτονος, μαχμουρλής, βραδύς, μόρτης, μαλθακός, αδρανής, τεμπέληδες, τεμπέλης για, τεμπέλικο, lazy
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): paresseux
intestin paresseux, koala, le paresseux, le sanglier paresseux, les paresseux, paresseux dictionnaire de langue grec, paresseux en grec
Traductions
- paresser en grec - σαλόνι, χασομερώ, τεμπελιάζω, laze, χαλαρώσετε, χαλαρώσουν
- paresseusement en grec - οκνηρώς, lazily, νωχελικά, τεμπέλικα
- parfaire en grec - τελειοποιώ, συμπλήρωμα, ολοκληρώνω, ολόκληρος, συμπληρώνω, τέλειος, περατώνω, ...
- parfait en grec - ολόκληρος, άψογος, λαμπρός, εξαίσιος, μεγάλος, ποδιά, ολικός, ...
Mots aléatoires
Paresseux en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: άνεργος, δυσκίνητος, αργόσχολος, νωχελής, τεμπέλης, ράθυμος, γυμνοσάλιαγκας, σφαίρα, νωθρός, άτονος, μαχμουρλής, βραδύς, μόρτης, μαλθακός, αδρανής, τεμπέληδες, τεμπέλης για, τεμπέλικο, lazy
Traductions: άνεργος, δυσκίνητος, αργόσχολος, νωχελής, τεμπέλης, ράθυμος, γυμνοσάλιαγκας, σφαίρα, νωθρός, άτονος, μαχμουρλής, βραδύς, μόρτης, μαλθακός, αδρανής, τεμπέληδες, τεμπέλης για, τεμπέλικο, lazy