Piéton en grec
Traduction: piéton, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πεζός, περιπατητής, πεζών, των πεζών, πεζοδρομημένη, πεζούς
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): piéton
itinéraire mappy piéton, itinéraire piéton, kit piéton, le piéton, mappy piéton, piéton dictionnaire de langue grec, piéton en grec
Traductions
- piégés en grec - παγιδευμένοι, παγιδευτεί, παγιδευμένη, παγιδευμένος, παγιδεύονται
- piétiner en grec - βήμα, τσαλαπατώ, αλήτης, αγύρτης, μόρτης, πατημασιά, ποδοπατήσουν, ...
- piété en grec - ευλάβεια, αφιέρωση, τρυφερότητα, αφοσίωση, ευσέβεια, στοργή, ευσέβειας, ...
- placage en grec - επιμετάλλωση, επένδυση, επιμετάλλωσης, επίστρωση, περιβλήματος
Mots aléatoires
Piéton en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πεζός, περιπατητής, πεζών, των πεζών, πεζοδρομημένη, πεζούς
Traductions: πεζός, περιπατητής, πεζών, των πεζών, πεζοδρομημένη, πεζούς