Poulette en grec
Traduction: poulette, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
νεοσσός, κοτοπουλάκι, πιτσιρίκα, γκόμενα, κοτόπουλου
Autres langues
Mots associés / Définition (def): poulette
blog poulette, la poulette, les poulette, ma poulette, moules poulette, poulette dictionnaire de langue grec, poulette en grec
Traductions
- poule en grec - κοτόπουλο, κότα, πτηνό, όρνιθα, κότας, ορνίθων, όρνιθας
- poulet en grec - κότα, κόμματος, κοτόπουλο, κοτοπουλάκι, κοτόπουλου, το κοτόπουλο, κοτόπουλα, ...
- pouliche en grec - φοραδίτσα, η φοράδα, φοράδα του, η φοραδίτσα, την φοράδα
- poulie en grec - φραγμός, στηρίγματα, τροχαλία, τροχαλίας, της τροχαλίας, τροχαλιών, τροχαλία του
Mots aléatoires
Poulette en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: νεοσσός, κοτοπουλάκι, πιτσιρίκα, γκόμενα, κοτόπουλου
Traductions: νεοσσός, κοτοπουλάκι, πιτσιρίκα, γκόμενα, κοτόπουλου