Réglées en grec

Traduction: réglées, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
εγκαταστάθηκαν, πάγια, εγκαταστάθηκε, διευθετηθεί, διακανονίζονται
Réglées en grec
Autres langues

Mots associés / Définition (def): réglées

assises réglées, coupes réglées, factures réglées, femmes réglées, fonctions réglées, réglées dictionnaire de langue grec, réglées en grec

Traductions

  • réglé en grec - εγκαταστάθηκαν, πάγια, εγκαταστάθηκε, διευθετηθεί, διακανονίζονται
  • réglée en grec - σετ, σύνολο, σειρά, συνόλου, δέσμη
  • réglés en grec - εγκαταστάθηκαν, πάγια, εγκαταστάθηκε, διευθετηθεί, διακανονίζονται
  • régner en grec - βασιλεία, διέπω, προμηθεύομαι, προσταγή, αντεπεξέρχομαι, ταλαντεύομαι, διατάζω, ...
Mots aléatoires
Réglées en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: εγκαταστάθηκαν, πάγια, εγκαταστάθηκε, διευθετηθεί, διακανονίζονται