Raccrocher en grec
Traduction: raccrocher, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
απαγχονίζω, αιτούμαι, εφαρμόζω, αναστέλλω, βάζω, κρεμώ, κλείνω το τηλέφωνο, κλείσεις, κλείσετε, κρεμάσει τα, κλείστε
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): raccrocher
raccrocher anglais, raccrocher antonymes, raccrocher au nez, raccrocher au nez en anglais, raccrocher c'est une erreur, raccrocher dictionnaire de langue grec, raccrocher en grec
Traductions
- raccoutrer en grec - μπάλωμα
- raccroc en grec - ευτυχία, τύχη, ευδαιμονία, απροσδόκητη επιτυχία, τρηματώδη σκώληκα, τρηματώδους, τρηματώδης σκώληκας, ...
- race en grec - τεντώνω, τσούρμο, μίσχος, διηθώ, γεννοβολώ, αναπαράγω, ζόρι, ...
- rachat en grec - εξαγορά, λύτρα, σωτηρία, λύτρωση, εξαγοράς, την εξαγορά, εξαργύρωση
Mots aléatoires
Raccrocher en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: απαγχονίζω, αιτούμαι, εφαρμόζω, αναστέλλω, βάζω, κρεμώ, κλείνω το τηλέφωνο, κλείσεις, κλείσετε, κρεμάσει τα, κλείστε
Traductions: απαγχονίζω, αιτούμαι, εφαρμόζω, αναστέλλω, βάζω, κρεμώ, κλείνω το τηλέφωνο, κλείσεις, κλείσετε, κρεμάσει τα, κλείστε