Relever en grec
Traduction: relever, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ορθώνομαι, σηκώνω, ενισχύω, μεταρσιώνω, αυξάνω, στιγμιότυπο, τονίζω, πετεινός, εντείνω, ασανσέρ, νοστιμίζω, αύξηση, περίοδος, ανυψώνω, διαβάζω, βελτιώνω, αυξήσει, αυξήσουν, αυξηθεί, την αύξηση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): relever
citation relever, compteur edf, releve de carriere, relever antonymes, relever compteur eau, relever dictionnaire de langue grec, relever en grec
Traductions
- relayer en grec - αντικαθιστώ, παραλλαγή, αλλάζω, εναλλαγή, μετατροπή, εναλλάσσω, παραλλάζω, ...
- relent en grec - χαστούκι, καρπαζιά, μπόχα, βρώμα, δυσωδία, χαστουκίζω, βρομώ, ...
- relevé en grec - πρόγραμμα, αποσπώ, προγραμματίζω, εκχύλισμα, μεταρσιωμένος, πανύψηλος, δήλωση, ...
- relia en grec - αξιοπι
Mots aléatoires
Relever en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ορθώνομαι, σηκώνω, ενισχύω, μεταρσιώνω, αυξάνω, στιγμιότυπο, τονίζω, πετεινός, εντείνω, ασανσέρ, νοστιμίζω, αύξηση, περίοδος, ανυψώνω, διαβάζω, βελτιώνω, αυξήσει, αυξήσουν, αυξηθεί, την αύξηση
Traductions: ορθώνομαι, σηκώνω, ενισχύω, μεταρσιώνω, αυξάνω, στιγμιότυπο, τονίζω, πετεινός, εντείνω, ασανσέρ, νοστιμίζω, αύξηση, περίοδος, ανυψώνω, διαβάζω, βελτιώνω, αυξήσει, αυξήσουν, αυξηθεί, την αύξηση