Rifle en grec
Traduction: rifle, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
καραμπίνα, τουφέκι, όπλο, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): rifle
22 long rifle, 22 rifle, 22lr, air rifle, assault rifle, rifle dictionnaire de langue grec, rifle en grec
Traductions
- rieur en grec - φαιδρός, γέλιο, γελώντας, το γέλιο, γέλια, γελούν
- riez en grec - γελώ, γέλιο, γέλια, το γέλιο, γέλιου, γελούν
- rigide en grec - σταθερός, βλοσυρός, σκέτος, σκληροτράχηλος, γυμνός, ισχυρός, δυνατός, ...
- rigidité en grec - ψυχρότητα, δυσκαμψία, πνίγω, αυστηρότητα, σκληρότητα, ακαμψία, ακαμψίας, ...
Mots aléatoires
Rifle en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: καραμπίνα, τουφέκι, όπλο, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
Traductions: καραμπίνα, τουφέκι, όπλο, τυφέκιο, το όπλο, όπλου