Routine en grec
Traduction: routine, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
εντομή, παπαγαλίστικος, ρουτίνα, επιδεξιότητα, ικανότητα, τέχνη, φιλοτεχνία, αυλακώνω, αυλάκι, ρουτίνας, συνήθεις, συνήθη, συνήθων
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): routine
daily routine, la routine, ma routine, routine antonymes, routine capillaire, routine dictionnaire de langue grec, routine en grec
Traductions
- route en grec - πορεία, δρόμος, σεργιανίζω, πιάτο, δρομάκι, ίχνος, διαδρομή, ...
- routier en grec - δρόμος, φορτηγό, φορτηγών, όχημα, οχήματος, φορτηγού
- rouvrir en grec - επαναλάβει, επαναλειτουργία, ξανανοίξει, ανοίξει εκ νέου, επανέναρξη
- roux en grec - σέξι, κόκκινος, κόκκινο, κόκκινη, κόκκινα, κόκκινου
Mots aléatoires
Routine en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: εντομή, παπαγαλίστικος, ρουτίνα, επιδεξιότητα, ικανότητα, τέχνη, φιλοτεχνία, αυλακώνω, αυλάκι, ρουτίνας, συνήθεις, συνήθη, συνήθων
Traductions: εντομή, παπαγαλίστικος, ρουτίνα, επιδεξιότητα, ικανότητα, τέχνη, φιλοτεχνία, αυλακώνω, αυλάκι, ρουτίνας, συνήθεις, συνήθη, συνήθων