S'établir en grec
Traduction: s'établir, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): s'établir
s'établir au canada, s'établir au portugal, s'établir conjugaison, s'établir en espagne, s'établir en france, s'établir dictionnaire de langue grec, s'établir en grec
Traductions
- s'épanouir en grec - άνθος, ανθίζω, ανθίσει, άνθη, ανθών, άνθηση
- s'éparpiller en grec - διασκορπίζω, διασκορπίζομαι, σκορπίζω, διασπείρω, διασποράς, σκέδασης, διασπορά, ...
- s'étaler en grec - απλωσιά, απλώνομαι, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, διάδοσης, εξάπλωσής
- s'étend en grec - εκτείνεται, επεκτείνεται, επεκτείνει, παρατείνει, διευρύνει
Mots aléatoires
S'établir en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Traductions: εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση