Sentier en grec
Traduction: sentier, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μονοπάτι, περπατώ, σεργιανίζω, ίχνος, μονοπάτια, διαδρομή, πορεία, διαδρομής, δρόμο
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): sentier
le sentier, le sentier suisse, metro sentier, paris sentier, randonnée, sentier dictionnaire de langue grec, sentier en grec
Traductions
- senti en grec - ένιωθα, αισθανόμουν, τσόχα, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
- sentie en grec - τσόχα, αισθανόμουν, ένιωθα, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
- senties en grec - αισθανόμουν, τσόχα, ένιωθα, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
- sentiment en grec - υφή, αίσθημα, νόημα, νιώθω, συναίσθημα, αισθάνομαι, σωφροσύνη, ...
Mots aléatoires
Sentier en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μονοπάτι, περπατώ, σεργιανίζω, ίχνος, μονοπάτια, διαδρομή, πορεία, διαδρομής, δρόμο
Traductions: μονοπάτι, περπατώ, σεργιανίζω, ίχνος, μονοπάτια, διαδρομή, πορεία, διαδρομής, δρόμο