Simplifiés en grec
Traduction: simplifiés, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
απλοποιημένη, απλουστευμένη, απλοποιημένο, απλουστευμένες, απλουστευμένο
Autres langues
Mots associés / Définition (def): simplifiés
bilans simplifiés, calculs simplifiés, chiffres simplifiés, contes simplifiés, dessins simplifiés, simplifiés dictionnaire de langue grec, simplifiés en grec
Traductions
- simplifiée en grec - απλοποιημένη, απλουστευμένη, απλοποιημένο, απλουστευμένες, απλουστευμένο
- simplifiées en grec - απλοποιημένη, απλουστευμένη, απλοποιημένο, απλουστευμένες, απλουστευμένο
- simpliste en grec - επιφανειακά, αφελής, επιπόλαιος, επιφανειακός, απλοϊκή, απλοϊκό, απλουστευτική, ...
- simula en grec - προσομοίω, Simula, Simula ο, Simula με
Mots aléatoires
Simplifiés en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: απλοποιημένη, απλουστευμένη, απλοποιημένο, απλουστευμένες, απλουστευμένο
Traductions: απλοποιημένη, απλουστευμένη, απλοποιημένο, απλουστευμένες, απλουστευμένο