Soudée en grec

Traduction: soudée, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
συγκολλημένος, συγκολλημένων, συγκολλημένα, συγκολλούνται, συγκολλημένες
Soudée en grec
Autres langues

Mots associés / Définition (def): soudée

cloture soudée, fontanelle soudée, grille soudée, soudée antonymes, soudée en anglais, soudée dictionnaire de langue grec, soudée en grec

Traductions

  • soudèrent en grec - συγκολλημένα μεταξύ τους, συγκολλημένα μεταξύ, συγκολλούνται μεταξύ, συγκολλούνται μεταξύ τους, συγκολλούνται μαζί
  • soudé en grec - συγκολλημένος, συγκολλημένων, συγκολλημένα, συγκολλούνται, συγκολλημένες
  • soudées en grec - συγκολλημένος, συγκολλημένων, συγκολλημένα, συγκολλούνται, συγκολλημένες
  • soudés en grec - συγκολλημένος, συγκολλημένων, συγκολλημένα, συγκολλούνται, συγκολλημένες
Mots aléatoires
Soudée en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: συγκολλημένος, συγκολλημένων, συγκολλημένα, συγκολλούνται, συγκολλημένες