Stériliser en grec

Traduction: stériliser, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αποστειρώνω, φτιάχνω, αποστειρώσει, αποστειρώνουν, την αποστείρωση, αποστειρώνετε, αποστειρώστε
Stériliser en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): stériliser

comment stériliser, comment stériliser biberon, comment stériliser bocaux, stérilisation, stériliser antonymes, stériliser dictionnaire de langue grec, stériliser en grec

Traductions

  • stérile en grec - βαθουλωμένος, υπόκωφος, τεμπέλης, άπαχος, ξιπασμένος, ματαιόδοξος, ξερός, ...
  • stérilisation en grec - αποστειρώνω, αποστείρωση, αποστείρωσης, την αποστείρωση, αποστειρώσεως, στείρωση
  • stérilité en grec - υπογονιμότητα, υπογονιμότητας, στειρότητα, στειρότητας, της στειρότητας
  • stéroïde en grec - στεροειδών, στεροειδές, στεροειδή, στεροειδούς, στεροειδείς
Mots aléatoires
Stériliser en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αποστειρώνω, φτιάχνω, αποστειρώσει, αποστειρώνουν, την αποστείρωση, αποστειρώνετε, αποστειρώστε