Subtil en grec
Traduction: subtil, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
λεπτός, φίνος, διορατικός, μαλακός, μαλθακός, ευφυής, εύθραυστος, μυτερός, αιφνίδιος, καπάτσος, ισχνός, ασύλληπτος, καλλιεργημένος, έντονος, επιτήδειος, ψιλή, λεπτή, λεπτές, λεπτό, ανεπαίσθητες
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): subtil
coloration subtil, corps subtil, couleur subtil, définition subtil, le subtil, subtil dictionnaire de langue grec, subtil en grec
Traductions
- subséquemment en grec - τότε, μετά, έπειτα, επόμενος, μεταγενέστερα, ακολούθως, στη συνέχεια, ...
- subterfuge en grec - υπόγειος, περιστροφή, υπεκφυγή, συγχωρώ, αφορμή, δικαιολογία, τέχνασμα, ...
- subtiliser en grec - αραιός, σφετερίζομαι, αραιώνω, τσιμπώ, κλέβω, λιγνός, βουτώ, ...
- subtilité en grec - ικανότητα, σκάφος, άλγος, ευκολία, καπατσοσύνη, βελτίωση, οξύνοια, ...
Mots aléatoires
Subtil en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: λεπτός, φίνος, διορατικός, μαλακός, μαλθακός, ευφυής, εύθραυστος, μυτερός, αιφνίδιος, καπάτσος, ισχνός, ασύλληπτος, καλλιεργημένος, έντονος, επιτήδειος, ψιλή, λεπτή, λεπτές, λεπτό, ανεπαίσθητες
Traductions: λεπτός, φίνος, διορατικός, μαλακός, μαλθακός, ευφυής, εύθραυστος, μυτερός, αιφνίδιος, καπάτσος, ισχνός, ασύλληπτος, καλλιεργημένος, έντονος, επιτήδειος, ψιλή, λεπτή, λεπτές, λεπτό, ανεπαίσθητες