Tendance en grec
Traduction: tendance, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μόδα, γέρνω, τάση, διάθεση, αρέσκεια, προκατάληψη, κυρτός, διηθώ, στραμπουλίζω, ροπή, πλαγιά, κατηφορίζω, ζόρι, τεντώνω, τάσης, εξέλιξη, η τάση, τάσεις
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): tendance
coiffure, couleur cheveux, couleur tendance, coupe tendance, coupe tendance 2013, tendance dictionnaire de langue grec, tendance en grec
Traductions
- tenancier en grec - νοικάρης, κολίγας, ένοικος, ενοικιαστής, μισθωτή, ενοικιαστή, μισθωτής
- tenant en grec - συνηγορώ, υπερασπιστής, πρωταθλητής, θήκη, υποστηρικτής, συνήγορος, λήψη, ...
- tendances en grec - τάσεις, τάσεων, τις τάσεις, εξέλιξη, τάσεις της
- tendancieux en grec - προκατειλημμένος, μεροληπτικός, προκατειλημμένη, μεροληπτική, μεροληπτικό, μεροληπτικές
Mots aléatoires
Tendance en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μόδα, γέρνω, τάση, διάθεση, αρέσκεια, προκατάληψη, κυρτός, διηθώ, στραμπουλίζω, ροπή, πλαγιά, κατηφορίζω, ζόρι, τεντώνω, τάσης, εξέλιξη, η τάση, τάσεις
Traductions: μόδα, γέρνω, τάση, διάθεση, αρέσκεια, προκατάληψη, κυρτός, διηθώ, στραμπουλίζω, ροπή, πλαγιά, κατηφορίζω, ζόρι, τεντώνω, τάσης, εξέλιξη, η τάση, τάσεις