Tenue en grec

Traduction: tenue, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
στάδιο, ντύνομαι, συμπεριφορά, ηγούμαι, εμφάνιση, εξοπλισμός, εξέδρα, παρουσιαστικό, διαγωγή, φάση, σκηνή, παρακράτηση, έδρανο, ενδυμασία, τρόπος, ντύνω, κράτημα, κατέχουν, που κατέχουν, εκμετάλλευση, κρατώντας
Tenue en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): tenue

compte tenue, idée tenue, tenue airsoft, tenue antonymes, tenue bapteme garcon, tenue dictionnaire de langue grec, tenue en grec

Traductions

  • tentés en grec - πειρασμό, στον πειρασμό, μπει στον πειρασμό, μπουν στον πειρασμό, μπείτε στον πειρασμό
  • tenu en grec - χειρός, κρατούμενη, φορητά
  • tenues en grec - χειρός, κρατούμενη, φορητά
  • tenure en grec - κατοχή, θητεία, θητείας, της θητείας, κατοχής
Mots aléatoires
Tenue en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: στάδιο, ντύνομαι, συμπεριφορά, ηγούμαι, εμφάνιση, εξοπλισμός, εξέδρα, παρουσιαστικό, διαγωγή, φάση, σκηνή, παρακράτηση, έδρανο, ενδυμασία, τρόπος, ντύνω, κράτημα, κατέχουν, που κατέχουν, εκμετάλλευση, κρατώντας