Troubler en grec
Traduction: troubler, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ταλαιπωρία, επεμβαίνω, σπιλώνω, συγχέω, μπερδεύω, παρεμβαίνω, κηλιδώνω, υποβοηθώ, ενοχλούμαι, μπελάς, φασαρία, σκοτίζομαι, παρενοχλώ, ρυπαίνω, ενοχλώ, ανακατεύω, διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ενοχλεί
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): troubler
trouble maker, troubler anglais, troubler antonymes, troubler conjugaison, troubler grammaire, troubler dictionnaire de langue grec, troubler en grec
Traductions
- trouble-fête en grec - spoilsport
- troublent en grec - διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ενοχλεί
- troubles en grec - πάθηση, αταξία, διαταραχή, ακαταστασία, αναταραχή, αναταραχές, αναταραχής, ...
- troublez en grec - διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ενοχλεί
Mots aléatoires
Troubler en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ταλαιπωρία, επεμβαίνω, σπιλώνω, συγχέω, μπερδεύω, παρεμβαίνω, κηλιδώνω, υποβοηθώ, ενοχλούμαι, μπελάς, φασαρία, σκοτίζομαι, παρενοχλώ, ρυπαίνω, ενοχλώ, ανακατεύω, διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ενοχλεί
Traductions: ταλαιπωρία, επεμβαίνω, σπιλώνω, συγχέω, μπερδεύω, παρεμβαίνω, κηλιδώνω, υποβοηθώ, ενοχλούμαι, μπελάς, φασαρία, σκοτίζομαι, παρενοχλώ, ρυπαίνω, ενοχλώ, ανακατεύω, διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ενοχλεί