Tuyère en grec
Traduction: tuyère, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αεριωθούμενο, πετώ, εμφυσητη, εμφυσητή, σωλήνα εμφυσήσεως, των ομάδων σωλήνων, σωλήνας εμφυσήσεως
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): tuyère
tuyère adaptée, tuyère amorcée, tuyère anglais, tuyère antonymes, tuyère arrosage, tuyère dictionnaire de langue grec, tuyère en grec
Traductions
- tuyautage en grec - ομήγυρη, συνέλευση, σωλήνωση, σωλήνες, σωληνώσεων, σωληνώσεις, σωλήνωσης
- tuyauterie en grec - αυλός, επενδύω, σωλήνας, σωλήνωση, γραμμή, ρυτίδα, πίπα, ...
- tuâmes en grec - έκανε, έκαναν, άνοιξε, είχε, έπραξε
- tuèrent en grec - σκότωσε, σκοτώθηκε, σκοτώθηκαν, σκοτωθεί, σκότωσαν
Mots aléatoires
Tuyère en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αεριωθούμενο, πετώ, εμφυσητη, εμφυσητή, σωλήνα εμφυσήσεως, των ομάδων σωλήνων, σωλήνας εμφυσήσεως
Traductions: αεριωθούμενο, πετώ, εμφυσητη, εμφυσητή, σωλήνα εμφυσήσεως, των ομάδων σωλήνων, σωλήνας εμφυσήσεως