Vacancier en grec
Traduction: vacancier, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
τουριστικός, τουρίστας, παραθεριστής, vacationer, παραθεριστή, ταξιδιώτη που επιλέγει
Autres langues
Mots associés / Définition (def): vacancier
le vacancier, vacanciel carqueiranne, vacancier anglais, vacancier antonymes, vacancier ctma, vacancier dictionnaire de langue grec, vacancier en grec
Traductions
- vacance en grec - διακοπές, κενό, κενή θέση, χηρεία, κενής θέσεως, κενής θέσης, κενών θέσεων
- vacances en grec - διακοπές, σηκός, αργία, γιορτή, διακοπών, τις διακοπές
- vacant en grec - βαθουλωμένος, κενός, άδειος, κούφιος, κοίλος, υπόκωφος, κενή, ...
- vacarme en grec - σειρά, κωπηλατώ, κραυγή, καβγάς, στριγκλιά, κραυγάζω, παραζάλη, ...
Mots aléatoires
Vacancier en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: τουριστικός, τουρίστας, παραθεριστής, vacationer, παραθεριστή, ταξιδιώτη που επιλέγει
Traductions: τουριστικός, τουρίστας, παραθεριστής, vacationer, παραθεριστή, ταξιδιώτη που επιλέγει