Abstain στα ελληνικά

Μετάφραση: abstain, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απέχω
Abstain στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absorption στα ελληνικά - απορρόφηση
  • absorptive στα ελληνικά - απορροφητικός
  • abstained στα ελληνικά - απείχαν, αποχή, απείχε, απείχα, απείχαμε
  • abstainer στα ελληνικά - εγκρατής, απέχοντες, που απέχει, αυτός που απέχει
Τυχαίες λέξεις
Abstain στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απέχω