Λέξη: χειροκρότημα

Σχετικές λέξεις: χειροκρότημα

χειροκρότημα ήχος, το χειροκρότημα, χειροκρότημα από τους κυπελλούχους στον κόσμο του παοκ, χειροκρότημα πρωτοψάλτη, χωρίς χειροκρότημα, χειροκρότημα ονειροκρίτης, χειροκρότημα μετάφραση, χειροκρότημα στίχοι, βουβό χειροκρότημα

Συνώνυμα: χειροκρότημα

δυνατός ήχος, παλαμάκια

Μεταφράσεις: χειροκρότημα

χειροκρότημα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
applause, plaudit, clap, clapping, of applause, applause of

χειροκρότημα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aplauso, aplaudir, palmada, clap, la palmada

χειροκρότημα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
applaus, beifall, klatschen, Tripper, clap, Donner

χειροκρότημα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
agrément, applaudissement, approbation, acclamation, citation, louange, éloge, applaudissements, tape, applaudir, taper, coup

χειροκρότημα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
applauso, consenso, elogio, applaudire, clap, di applauso, battere le mani

χειροκρότημα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aplauso, bater palmas, do aplauso, aplaudir, estrondo

χειροκρότημα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
klap, klappen, clap, druiper, klappen met

χειροκρότημα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
аплодисменты, одобрение, рукоплескания, хлопок, хлопать, хлоп, удар, триппер

χειροκρότημα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bifall, applaus, clap, klapp, klappe, De slår, klapper

χειροκρότημα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
applåd, klappa, clap, klapp, applådera, klappa händerna

χειροκρότημα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
suosionosoitus, taputus, kättentaputus, suosionosoitukset, ylistys, taputtaa, jyrähdys, paukkua, pauke, läimäys

χειροκρότημα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bifald, applaus, clap, klap, klappe, klapper, lyn

χειροκρότημα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
souhlas, potlesk, pochvala, uznání, tleskání, tleskat, clap, tlesknutí, klap

χειροκρότημα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
owacja, brawo, aplauz, klaskanie, oklaski, poklask, pochwała, aprobata, klaskać, klaśnięcie, klask, klepać, tryper

χειροκρότημα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tapsol, taps, clap, tapsolnak, tapsolni

χειροκρότημα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alkış, çırpmak, alkışlamak, gürleme, el çırpmak

χειροκρότημα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
оплески, качкодзьоб, аплодисменти, схвалення, бавовна, хлопок, бавовну, бавовни

χειροκρότημα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
duartrokas, përplasje, rras, rrahje, duartrokitje

χειροκρότημα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
трипер, ръкопляскане, потупване, плясък, гонорея

χειροκρότημα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бавоўна, бавоўну, хлопок, воплеск, бавоўны

χειροκρότημα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aplaus, plaksutamine, kiitus, plaksutama, clap, plaks, patsutus, kõuekärgatus

χειροκρότημα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odobravanje, aplauz, pljeskanje, pljesak, pljeskati, clap, prasak, pljeska

χειροκρότημα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Clap

χειροκρότημα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ploti, triperis, suploti, plekšnojimas, pliaukšėti

χειροκρότημα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aplausi, aplaudēt, clap, sasit, grāviens

χειροκρότημα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
трипер, ракоплескам, аплаудира, се аплаудира, да се аплаудира

χειροκρότημα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
aplauze, bate, tunet, aplauda, lovi

χειροκρότημα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
klap, clap, gonorejo, plosk, Pljesak

χειροκρότημα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
potlesk, tlieskanie, tlieskania, tlieskaním, tlieskať
Τυχαίες λέξεις