Acorn στα ελληνικά
Μετάφραση: acorn, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βελανίδι, Acorn, βελανιδιών, βελανιδιού, βαλανοειδής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acolyte στα ελληνικά - ακόλουθος
- aconite στα ελληνικά - ακονίτο, ακόνιτο
- acorns στα ελληνικά - βελανίδια, τα βελανίδια, βελανιδιάς, βελανιδιών
- acoustic στα ελληνικά - ηχητικός, ακουστικός
Τυχαίες λέξεις
Acorn στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βελανίδι, Acorn, βελανιδιών, βελανιδιού, βαλανοειδής
Μεταφράσεις: βελανίδι, Acorn, βελανιδιών, βελανιδιού, βαλανοειδής