Advocate στα ελληνικά

Μετάφραση: advocate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερασπιστής, υποστηρικτής, συνήγορος, συνηγορώ, εισαγγελέα, εισαγγελέας, υπέρμαχος
Advocate στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • advocacies στα ελληνικά - που τα υποστηρίζει
  • advocacy στα ελληνικά - υπεράσπιση
  • advocated στα ελληνικά - υποστηρίζεται, υποστήριξε, υποστηρίζει, υποστήριζε, υποστηρίξει
  • advocator στα ελληνικά - συνηγορών, προασπιστή
Τυχαίες λέξεις
Advocate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερασπιστής, υποστηρικτής, συνήγορος, συνηγορώ, εισαγγελέα, εισαγγελέας, υπέρμαχος