Assumption στα ελληνικά

Μετάφραση: assumption, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόθεση
Assumption στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • assumes στα ελληνικά - υποθέτει, αναλαμβάνει, προϋποθέτει, θεωρεί, αναλαμβάνει την
  • assuming στα ελληνικά - υποθέτοντας, υποθέτοντας ότι, αν υποτεθεί, και αν υποτεθεί, υποτεθεί
  • assumptions στα ελληνικά - παραδοχές, υποθέσεις, υποθέσεων, παραδοχών, παραδοχές που
Τυχαίες λέξεις
Assumption στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόθεση