Briefly στα ελληνικά

Μετάφραση: briefly, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομα, κοντολογίς, συντομία, εν συντομία, συνοπτικά, λίγο
Briefly στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • briefer στα ελληνικά - σύντομη, σύντομος, συντομότερη, πιο σύντομη, περιληπτικότερες
  • briefing στα ελληνικά - ενημέρωση
Τυχαίες λέξεις
Briefly στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομα, κοντολογίς, συντομία, εν συντομία, συνοπτικά, λίγο