Damned στα ελληνικά
Μετάφραση: damned, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολασμένος, καταραμένος, κολασμένων, αναθεματισμένο, καταραμένων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anecdote στα ελληνικά - ανέκδοτο
- ban στα ελληνικά - απαγόρευση, απαγορεύω, αποκλεισμός, αποκλείω
- behaviourism στα ελληνικά - μπηχαβιορισμό, τον μπηχαβιορισμό, την συμπεριφοριστική, την συμπεριφοριστική προσέγγιση, συμπεριφοριστική προσέγγιση
Τυχαίες λέξεις
Damned στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολασμένος, καταραμένος, κολασμένων, αναθεματισμένο, καταραμένων
Μεταφράσεις: κολασμένος, καταραμένος, κολασμένων, αναθεματισμένο, καταραμένων