Enclose στα ελληνικά

Μετάφραση: enclose, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εσωκλείω, περικλείω
Enclose στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alternation στα ελληνικά - εναλλαγή
  • billabong στα ελληνικά - Billabong, η Billabong, στο Billabong, Billabong οι, στο Billabong οι
  • carving στα ελληνικά - σκάλισμα, λάξευση, γλυπτικής, λαξεύσιμες, εργασίες γλυπτικής
Τυχαίες λέξεις
Enclose στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εσωκλείω, περικλείω