Endeavour στα ελληνικά

Μετάφραση: endeavour, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πασχίζω, προσπαθώ
Endeavour στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • barcarolle στα ελληνικά - βαρκαρόλα, Barcarolle
  • bizarre στα ελληνικά - εκκεντρικός
  • blow-up στα ελληνικά - ανατίναξη, έκρηξη
  • caution στα ελληνικά - περίσκεψη, προειδοποιώ, προειδοποίηση, επιφύλαξη
Τυχαίες λέξεις
Endeavour στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πασχίζω, προσπαθώ