Genteel στα ελληνικά
Μετάφραση: genteel, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευγενικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abbreviation στα ελληνικά - συντομογραφία, σύντμηση, των ΗΠΑ συντομογραφία, ΗΠΑ συντομογραφία, συντόμευση
- adultness στα ελληνικά - ενηλικίωση, ενηλικίωσης
- budged στα ελληνικά - Προϋπολογισμός, Προϋπολογισμός που
Τυχαίες λέξεις
Genteel στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευγενικός
Μεταφράσεις: ευγενικός