Largesse στα ελληνικά

Μετάφραση: largesse, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεγαλοψυχία, γενναιοδωρία
Largesse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • administering στα ελληνικά - χορήγηση, χορήγησης, χορηγήσεως, χορηγούντα
  • appeases στα ελληνικά - καθησυχάζει, καθησυχάζει τις
  • bark στα ελληνικά - φλοιός, φλοιό, φλοιού, του φλοιού, το φλοιό
  • blackest στα ελληνικά - πιο μαύρη, πιο σκούρα, πιο black, πιο μαύρες
Τυχαίες λέξεις
Largesse στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεγαλοψυχία, γενναιοδωρία