Open στα ελληνικά

Μετάφραση: open, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανοικτός, ανοίγω, ανοιχτός, εγκαινιάζω
Open στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arm στα ελληνικά - χέρι, μπράτσο, όπλο, βραχίονα, βραχίονας, σκέλος
  • assaulter στα ελληνικά - επιτιθεμένος, θύτης
  • blamefully στα ελληνικά - επικριτικά, με ποιό
Τυχαίες λέξεις
Open στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανοικτός, ανοίγω, ανοιχτός, εγκαινιάζω