Pigtail στα ελληνικά

Μετάφραση: pigtail, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλεξούδα, κοτσίδα, πλεξίδα, βοστρυχοειδής, βόστρυχος, βόστρυχο
Pigtail στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acquisition στα ελληνικά - απόκτηση, απόκτημα
  • attribution στα ελληνικά - κατανομή
  • brilliance στα ελληνικά - λαμπρότητα, λάμψη, φωτεινότητα, τη λάμψη, λαμπρότητας
  • centenary στα ελληνικά - εκατονταετηρίδα, εκατονταετηρίδας, εκατονταετία, της εκατονταετηρίδας, συμπλήρωση εκατό χρόνων
Τυχαίες λέξεις
Pigtail στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλεξούδα, κοτσίδα, πλεξίδα, βοστρυχοειδής, βόστρυχος, βόστρυχο