Validity στα ελληνικά
Μετάφραση: validity, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύρος, ισχύς, εγκυρότητα, ισχύος, ισχύ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- capitulates στα ελληνικά - συνθηκολογεί
- censor στα ελληνικά - λογοκρίνω, λογοκριτής
Τυχαίες λέξεις
Validity στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύρος, ισχύς, εγκυρότητα, ισχύος, ισχύ
Μεταφράσεις: κύρος, ισχύς, εγκυρότητα, ισχύος, ισχύ