Аерозол στα ελληνικά
Μετάφραση: аерозол, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπρέι, αεροζόλ, αερολύματος, αερόλυμα, αερολυμάτων, αεροζόλης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адрес στα ελληνικά - απευθύνω, διεύθυνση, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, διευθυνση
- адютант στα ελληνικά - βοηθός, βοηθό, aide, βοηθός του, συνεργάτης
- аерозола στα ελληνικά - σπρέι, αεροζόλ, αερολύματος, αερόλυμα, αερολυμάτων, αεροζόλης
- азбест στα ελληνικά - αμίαντος, αμίαντο, αμιάντου, τον αμίαντο, αμίαντου
Τυχαίες λέξεις
Аерозол στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπρέι, αεροζόλ, αερολύματος, αερόλυμα, αερολυμάτων, αεροζόλης
Μεταφράσεις: σπρέι, αεροζόλ, αερολύματος, αερόλυμα, αερολυμάτων, αεροζόλης