Λέξη: άλλωστε

Σχετικές λέξεις: άλλωστε

άλλωστε μετάφραση, άλλωστε επίρρημα, άλλωστε γραμματική, άλλωστε σημασία, άλλωστε λεξικο, άλλωστε in english, άλλωστε συνώνυμα, άλλωστε dictionary, άλλωστε συνώνυμο

Συνώνυμα: άλλωστε

προς τούτοις

Μεταφράσεις: άλλωστε

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
besides, also, moreover
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
además, además de, aparte de, aparte
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
außerdem, zudem, außer, neben, auch, daneben, dabei, neben der
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
d'ailleurs, outre, également, sauf, bien, hors, hormis, excepté, aussi, en outre, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inoltre, oltre, oltre a, oltre ad
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
também, demais, ainda, idem, outrossim, adicionalmente, fora, além de, além, para além, ...
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eveneens, daarenboven, ongerekend, behalve, evenzeer, ook, buiten, buitendien, voorts, verder, ...
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
опять-таки, вдобавок, сверх, помимо, тоже, кроме, также, кроме того
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dessuten, foruten, tillegg, i tillegg, tillegg til, i tillegg til
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tillika, vidare, förutom, utöver, dessutom, förutom att, vid sidan
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
samalla, lisäksi, kera, ohella, myötä, sitä paitsi, paitsi, myös, Sen lisäksi, Sitä paitsi
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
foruden, udover, Ud over, desuden, Ud over at
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vedle, vždyť, kromě, mimo, Vedle, kromě toho, a vedle
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przy, nadto, zresztą, prócz, oprócz, poza, ponadto, obok
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kívül, amellett, mellett, Különben is
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dahi, da, de, keza, dışında, yanı sıra, yanında, yanısıra, yanı
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
окрім, крім, іншого, З іншого
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
edhe, përveç, krahas, pos, veç, përveç kësaj
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
освен това, Освен, наред, освен че
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
акрамя, апроч, апрача
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
peale, lisaks, Pealegi, kõrval, Peale selle
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
također, pored, uz, osim, osim toga
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
auk, auki, Að auki, utan, fyrir utan
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
praeterea, super, praeter
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
be, be to, ne tik
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
arī, turklāt, bez, bez tam, papildus, ne tikai
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
покрај, Освен, Покрај тоа, и покрај, Освен тоа
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
în afară de, pe lângă, afară, langa, pe langa
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
poleg tega, poleg, Razen, Ob
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
krom, okrem, výnimkou, s výnimkou, iné
Τυχαίες λέξεις