Кулак στα ελληνικά
Μετάφραση: кулак, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γροθιά, πυγμή, γάντι, κουλάκος, Kulak, κουλάκικα, Κουλάκ, κουλάκο
Μεταφράσεις
- кукумявка στα ελληνικά - κουκουβάγια, μικρή γλαύξ
- кукурузна στα ελληνικά - αραβόσιτος, αραβοσίτου, αραβόσιτο, τον αραβόσιτο, αραβόσιτου
- кулинарния στα ελληνικά - μαγειρικός, μαγειρική, Μαγειρικές, Culinary, Μαγειρικής
- култивиране στα ελληνικά - καλλιέργεια, καλλιέργειας, την καλλιέργεια, καλλιέργειες, της καλλιέργειας
Τυχαίες λέξεις
Кулак στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γροθιά, πυγμή, γάντι, κουλάκος, Kulak, κουλάκικα, Κουλάκ, κουλάκο
Μεταφράσεις: γροθιά, πυγμή, γάντι, κουλάκος, Kulak, κουλάκικα, Κουλάκ, κουλάκο