Налог στα ελληνικά
Μετάφραση: налог, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φορολογώ, φόρος, προβληματίζω, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική
Μεταφράσεις
- наклон στα ελληνικά - γέρνω, πλευρά, πλαγιά, κατηφορίζω, μεριά, κλίση, κλίσης, ...
- наковалня στα ελληνικά - αμόνι, άκμονα, άκμονας, άκμονος, αμονιού
- налягане στα ελληνικά - πίεση, πίεσης, πιέσεως, πιέσεις, πίεση του
- намек στα ελληνικά - νύξη, υπαινιγμός, υπόδειξη, υπαινιγμό, ίχνος
Τυχαίες λέξεις
Налог στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φορολογώ, φόρος, προβληματίζω, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική
Μεταφράσεις: φορολογώ, φόρος, προβληματίζω, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική