Топор στα ελληνικά

Μετάφραση: топор, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πέλεκας, πελέκι, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
Топор στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • топлина στα ελληνικά - θερμαίνω, ζέστη, ζεσταίνω, ζεστασιά, θερμότητα, θερμότητας, θερμική, ...
  • топло στα ελληνικά - ζεστασιά, ζεστός, θερμός, ζεστό, ζεστή, ζεστά
  • топори στα ελληνικά - πέλεκας, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
  • тор στα ελληνικά - λίπασμα, λιπασμάτων, λιπάσματος, λιπάσματα, των λιπασμάτων
Τυχαίες λέξεις
Топор στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πέλεκας, πελέκι, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι