Approvisionnement στα ελληνικά

Μετάφραση: approvisionnement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρέχω, χορήγηση, τροφοδοσία, παροχή, μέριμνα, προμήθεια, συμβάσεις, συμβάσεων, προμηθειών, προμήθειες
Approvisionnement στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • approvisionnant στα ελληνικά - προμηθεύουν, παροχή, εφοδιασμό, προμηθεύει, την παροχή
  • approvisionne στα ελληνικά - προμήθειες, προμηθειών, παραδόσεις, εφοδιασμού, αναλώσιμα
  • approvisionnent στα ελληνικά - παρέχω, προνοώ, προμήθεια, εφοδιασμού, παροχή, προσφοράς, προμήθειας
  • approvisionner στα ελληνικά - κάνω, παρέχω, χορήγηση, παροχή, καθιστώ, συναναστρέφομαι, προμήθεια, ...
Τυχαίες λέξεις
Approvisionnement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρέχω, χορήγηση, τροφοδοσία, παροχή, μέριμνα, προμήθεια, συμβάσεις, συμβάσεων, προμηθειών, προμήθειες