Λέξη: γυμναστήριο

Συνώνυμα: γυμναστήριο

γυμνάσιο

Μεταφράσεις: γυμναστήριο

γυμναστήριο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gym, fitness center, gymnasium, fitness, the gym

γυμναστήριο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gimnasio, gimnasia, gym, el gimnasio, un gimnasio

γυμναστήριο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
turnhalle, gymnastik, fitnessstudio, Sporthalle, Fitnessraum, Turnhalle

γυμναστήριο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gymnastique, gymnase, gym, salle de sport, salle de gym, salle de fitness

γυμναστήριο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
palestra, una palestra, ginnastica, gym, fitness center

γυμναστήριο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ginásio, academia, ginástica, gym, centro de fitness

γυμναστήριο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sportschool, fitnessruimte, gymnastiek, een fitnessruimte, gym

γυμναστήριο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
гимнастика, спортзал, гимнастический зал, тренажерный зал, зал для занятий фитнесом, спортивный зал

γυμναστήριο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gym, treningsstudio, treningsstudioet, trenings, studio

γυμναστήριο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gym, gym i, gymmet, Hjälpmedel för hörselskadade i, Hjälpmedel för hörselskadade

γυμναστήριο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
punttisali, kuntosali, kuntosalipalvelut, kuntosalin, kuntosalilla, kuntosalille

γυμναστήριο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gym, fitnesscenter, motionscenter, gymnastiksalen, motionsrum

γυμναστήριο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tělocvik, gymnastika, tělocvičný, tělocvična, posilovna, posilovnu, tělocvičně, posilovny

γυμναστήριο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
gimnastyka, siłownia, sala gimnastyczna, siłownię, siłowni, gimnastyczna

γυμναστήριο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tornaterem, tornacsarnok, edzőterem, edzőteremmel, edzőtermet, edzőteremben

γυμναστήριο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
spor salonu, spor, bir spor salonu, salonu, jimnastik

γυμναστήριο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спортзал, Спортзали, спортзалу

γυμναστήριο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
palestër, palestra, palestër në, palestër të, palestër e

γυμναστήριο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гимназия, гимнастика, гимнастически салон, фитнес зала, фитнес, фитнес център, зала

γυμναστήριο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
спартзалу, спартзала, спортзал, спортзала, спортзалу

γυμναστήριο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
võimla, spordisaal, jõusaal, spordisaal hotellid, jõusaali

γυμναστήριο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
teretana, gimnastika, dvorana, teretanu, sportska dvorana

γυμναστήριο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Líkamsrækt, ræktina, líkamsræktarstöð, Fundaaðstaða, Líkamsrækt í

γυμναστήριο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
treniruoklių salė, sporto salė, salė, sporto, gimnastikos

γυμναστήριο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sporta zāle, vingrošanas zāle, trenažieru zāle, gym

γυμναστήριο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
салата, фитнес, теретана, сала, салон

γυμναστήριο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sală de gimnastică, sală de sport, sala de sport, sala de gimnastica, gimnastică

γυμναστήριο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gym, telovadnica, fitnes, telovadnice, telovadnico

γυμναστήριο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
telocvičňa, tělocvična, telocvični, Športová hala

Στατιστικά δημοτικότητας: γυμναστήριο

Τυχαίες λέξεις