Assourdissent στα ελληνικά
Μετάφραση: assourdissent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουκουλώνω, πνίγω, κουφαίνω, κουφαίνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assourdis στα ελληνικά - κουκουλώνω, πνίγω, κωφούς, κουφαθώ, έχοντας ξεκουφαθεί, ξεκουφαθεί
- assourdissant στα ελληνικά - εκκωφαντική, εκκωφαντικός, εκκωφαντικό, εκκωφαντικές, εκκωφαντικών
- assourdissez στα ελληνικά - κουκουλώνω, πνίγω, βουβός, Σίγαση, σίγασης, Mute, τη σίγαση
- assourdissons στα ελληνικά - κουκουλώνω, πνίγω
Τυχαίες λέξεις
Assourdissent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουκουλώνω, πνίγω, κουφαίνω, κουφαίνουν
Μεταφράσεις: κουκουλώνω, πνίγω, κουφαίνω, κουφαίνουν