Découlant στα ελληνικά

Μετάφραση: découlant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακολουθία, παρακολούθηση, οπαδοί, από, από την, από το, από τις, από τη
Découlant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affectées στα ελληνικά - επιτηδευμένος, επηρεάζονται, επηρεάζεται, που επηρεάζονται, επηρεαστεί, επηρεαστούν
  • berceuse στα ελληνικά - νανούρισμα, νανουρίσματος, νανούρισμα που, το νανούρισμα, στοιχουργός
Τυχαίες λέξεις
Découlant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακολουθία, παρακολούθηση, οπαδοί, από, από την, από το, από τις, από τη